Η νύχτα μερικές φορές παράξενα διαβαίνει κρατεί τα μάτια ανοιχτά και την καρδιά θλιμμένη. Κοίτα να δεις που μ' έβγαλε ο δρόμος στ' αρμυρίκι αντί να βάλω τον καφέ να ζεσταθεί στο μπρίκι. Και όπως λεν οι ποιητές η ροδαυγή χαράζει μα 'μένα από μικρό παιδί πάντα μ' αηδιάζει. Τώρα που μάλλον θα ξυπνάς να πας για τη δουλειά σου σκέφτομαι ανάβοντας βαρύ τσιγάρο στην υγειά σου. Εγώ θα κάνω μια ζωή τα ίδια και τα ίδια όνειρα μέσα στου καπνού τα γκρίζα δαχτυλίδια Αραχνοΰφαντες μορφές μες στου καπνού τη ζάλη στέσαν οι θύμησες χορό και ξημερώνει πάλι.