Рет қаралды 22,121
Η προσπάθεια να συντονιστώ με διαφορετικό κάθε φορά σκηνοθέτη για την παραγωγή των «Παλιών μας φίλων», είχε αρχίσει πια να με κουράζει. Ήθελα να βρω έναν σκηνοθέτη που δεν θα έπρεπε να του εξηγώ κάθε φορά τα χούγια μου, αλλά θα δεχόταν να μιλάμε και οι δύο την ίδια γλώσσα. Τότε - είμαστε στα 1984 - η Αιμιλία Πατσιφά, αγαπημένη φίλη, συνάδελφος και σύζυγος του Αλέκου, μού έστειλε στο γραφείο μου έναν νεαρό σκηνοθέτη ο οποίος ήθελε - λέει - να δουλέψει μαζί μου. Έτσι γνώρισα τον Κώστα Αυγέρη - ετών 25, τότε. Από την πρώτη στιγμή, είδα στο βλέμμα του αυτή τη φλόγα που μ' ενδιέφερε και τον έστρωσα αμέσως στη δουλειά.
Πρώτο θέμα η Γιώτα Λύδια. Μια από τις σπουδαίες τραγουδίστριες της γενιάς του '50 και του '60, που ακόμη τότε τραγουδούσε κατά διαστήματα, αλλά πλέον μπροστά σε ένα νεόπλουτο κοινό που απλά συνωστιζότανε στις πίστες. Για την εκπομπή μας επέλεξα κείμενα του Ηλία Πετρόπουλου από τα «Ρεμπέτικα τραγούδια» που μιλούσαν για την αληθινή λειτουργία των λαϊκών χορών από το ζεϊμπέκικο ως το τσιφτετέλι και αυτό σε συνδυασμό με τους ναύτες του Τσαρούχη και το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» από την ταινία του Αλέξη Δαμιανού. Όμως, ο συντάκτης της εφημερίδας «Το καρφί» Γιώργης Χριστοφιλάκης, τα είδε όλα αυτά ως «καλιαρντά» και εκφράστηκε ανάλογα...
Με και για την Γιώτα Λύδια, τραγούδησαν ο Γιώργος Νταλάρας και η Χάρις Αλεξίου. Κάποια γυρίσματα έγιναν στα στούντιο της «Κολούμπια» στον Περισσό, που τότε ακόμη λειτουργούσαν. Σκηνογράφος ήταν ο Μάριος Βουτσινάς.
Για πρώτη συνεργασία με τον Κώστα Αυγέρη, η εκπομπή δεν πήγε και άσχημα. Ο Κώστας ήξερε τι σημαίνουν ωραίο κάδρο και ατμόσφαιρα, όμως έπρεπε τώρα να μάθει ότι η πλαστικότητα της εικόνας δεν αρκεί κι ότι σε κάθε βήμα θα πρέπει να υπάρχει απάντηση σε ένα μόνιμο «γιατί».